Μεγάλο θέμα είναι και σήμερα οι σχέσεις ανάμεσα στην αλεξανδρινή και τη λατινική λογοτεχνία. Όλη η ελληνική λογοτεχνία είχε σίγουρα μια σημαντική επιρροή στη γέννηση και στην ανάπτυξη των λογοτεχνικών ειδών στη Ρώμη, αλλά η επιβολή των ελληνιστικών κανόνων στους λατινικούς συγγραφείς, από την περίοδο της Δημοκρατίας ως την Αυτοκρατορία, ήταν ιδιαίτερα μεγάλη.
Η αλεξανδρινή ποίηση βασισμένη στους κανόνες του Καλλιμάχου, ο οποίος ήταν ένας από τους μεγαλύτερους ελληνιστικούς ποιητές, επηρέασε τους Λατίνους για πολύ καιρό και με δαιφορετικούς τρόπους: η άρνηση των παραδοσιακών λογοτεχνικών ειδών, η ιδιοτροπία των μορφών και των περιεχομένων, η περιθωριοποιήση τoυ ηρωικoύ κατορθώματος, η θέση των προσώπων και των μυθολογικών ή επικών συμβάντων που ήταν λιγότερο σημαντικά στην παράδοση, η μορφή του καλλιεργημένου ποιητή, με ένα μεγάλο ενδιαφέρον για την φιλολογική αναζήτηση, τα μικρά και βαθιά εξεζητημένα έργα, πολύ διαφορετικά από τα μεγάλα και λίγο περίτεχνα επικά κείμενα, είναι όλα στοιχεία της ελληνικής λογοτεχνίας εκείνης της εποχής που επηρέασαν τον λατινικό κόσμο, ο οποίος όμως είχε ταυτόχρονα και την ανάγκη να χτίσει τις λογοτεχνικές του βάσεις: οι αλεξανδρινοί ποιητές μπορούσαν να αντλήσουνε από αμέτρητες πηγές, που άνηκαν σε μια λογοτεχνική ιστορία, η οποία είχε γεννηθεί τετράκοσια χρόνια πριν. Στη Ρώμη, αντίθετα, η λογοτεχνία ήταν ακόμη πολύ νέα, σε αναζήτηση των θεμελιωδών της προσωπικοτήτων, όπως ήταν στην Ελλάδα ο Όμηρος κι ο Ησίοδος.
Ένα σημαντικό παράδειγμα αυτής της όσμωσης αυτών των δυο πολιτισμών είναι ένα από τα διασημότερα και ομορφότερα ποιήματα που προέρχεται από την αρχαιότητα: η Κόμη της Βερενίκης. Πρόκειται για μια ελεγεία του Καλλιμάχου, ενός ποιητή ο οποίος έζησε ανάμεσα στον 4ο και τον 3ο αιώνα π.Χ. στην Αλεξάνδρεια, το μεγαλύτερο πνευματικό κέντρο εκείνης της εποχής. Ο Καλλίμαχος δούλεψε στο Μουσείο και στη φημισμένη Βιβλιοθήκη της πόλεως, όπου κατέγραψε όλους τους τόμους που βρίσκονταν εκεί. Έχουμε μόνο μικρά αποσπάσματα του ελληνικού ποιήματος, αλλά διασώζεται ολόκληρη η ρωμαϊκή μετάφραση του Κάτουλλου, μεγάλου λατινικού ποιητή του 1ου αιώνα π.Χ. ο οποίος, όπως οι άλλοι νεότεροι, επηρεάστηκε βαθιά από την ποίηση του Καλλιμάχου.
Το ελληνικό πρωτότυπο άνηκε στα Αίτια, μια συλλογή ελεγειών, οι οποίες μιλούσαν για τις καταγωγές ονομάτων, συνηθειών, θρησκευτικών παραδόσεων. Σώζονται μόνο μερικά αποσπάσματα αυτού του έργου. Το ποίημα διαδραματίζεται στην πτολεμαϊκή Αίγυπτο και μιλάει για την κόμη της βασιλίσσας Βερενίκης, σύζυγο του βασιλιά Πτολεμαίου Γ’, ο οποίος λίγο μετά τον γάμο είχε αποχωρήσει από την Αίγυπτο για να συμμετάσχει σε έναν πόλεμο εναντίον της Συρίας: η Βερενίκη υποσχέθηκε ότι θα την αφιέρωνε στην Αφροδίτη, αν ο άνδρας της είχε επιστρέψει ασφαλής από τον πόλεμο.
Μόλις ο Πτολεμαίος επέστρεψε στην Αλεξάνδρεια, η Βερενίκη εκπλήρωσε το τάμα της, κόβοντας την πανέμορφή της κόμη, η οποία όμως μετά από λίγο εξαφανίστηκε από το ναό. Στη συνέχεια ο Κόνων, ο αστρονόμος της αυλής του Φαραώ, την ξαναβρήκε στον ουρανό με τη μορφή ενός αστερισμού ο οποίος ακόμα και σήμερα λέγεται Κόμη της Βερενίκης.
Ενώ οι λατινικές αποδόσεις των ελληνικών κειμένων ήτανε συχνά, μέχρι εκείνη τη στιγμή, πολύ διαφορετικές από τα πρωτότυπα έργα, η ρωμαϊκή μετάφραση του Κάτουλλου είναι πιστή στο πρωτότυπο ποίημα και δίχνει τη μεγάλη εγγύτητα, όσον αφορά και το ύφος και τα περιεχόμενα του μεγάλου ποιητή από τη Βερόνα στους κανόνες του Καλλιμάχου.
Πολύ διάσημη είναι και η μετάφραση της ελεγείας αυτής στα ιταλικά από τον έλληνο-ιταλό ποιητή Ούγκο Φόσκολο.
Του μαθητή μας Lorenzo Carrea.